The eternal legend of the Magic Flute

Editors' Newspaper, by Yannis Svolos
28 October 2015
Monostatos - Die Zauberflöte @Greek National Opera 2010 ©Haris Akriviadis

Editors’ Newspaper – The Magic Flute

Christos Kechris embodied again an ideally grotesque “native” and so not “politically correct” Monostatos.

Yannis Svolos, Editors’ Newspaper

Ο αιώνιος μύθος του «Μαγικού αυλού»

Αναβίωση της επιτυχημένης παραγωγής του μοτσάρτειου «Μαγικού αυλού» ήταν η πρώτη παράσταση όπερας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ξεκίνημα της νέας καλλιτεχνικής περιόδου 2015/16.

Παρακολουθήσαμε την πρεμιέρα στην κατάμεστη αίθουσα του Θεάτρου «Ολύμπια», αποκομίζοντας πολύ καλές εντυπώσεις, γεγονός που οφειλόταν αφ’ ενός στην ανθεκτική ποιότητα της σκηνοθεσίας του Γάλλου Αρνό Μπερνάρ, αφ’ ετέρου στην ολοζώντανη, στιλιστικά ενημερωμένη διεύθυνση του αρχιμουσικού Γιώργου Πέτρου.

Εχοντας παρακολουθήσει όλες τις παραγωγές του «Μαγικού αυλού» στην ΕΛΣ από το 1969 μέχρι σήμερα, θα έλεγα ότι πρόκειται για το ωραιότερο και ευστοχότερο μέχρι σήμερα ανέβασμά του από την ΕΛΣ αλλά και στην Ελλάδα γενικότερα.

Εικόνες Διαφωτισμού

O 49χρονος Γάλλος σκηνοθέτης Αρνό Μπερνάρ, δουλειά του οποίου πρωτοείδαμε στην Αθήνα το 2009 («Θαΐς», ΜΜΑ), διαθέτει ήδη πλούσιο έργο και έντονη παρουσία στα ευρωπαϊκά λυρικά θέατρα και όχι μόνον.

Οπως είχαμε σχολιάσει από την πρώτη παρουσίαση του «Μαγικού αυλού» στην ΕΛΣ (Δεκέμβριος 2010), ο ίδιος και οι συνεργάτες του έστησαν μια παράσταση που ισορροπεί ταυτοχρόνως πολλαπλά ζητούμενα, με εύληπτο, έξυπνο και καλαίσθητο τρόπο: την παραμυθένια διάσταση του έργου και τη στόχευση σε ένα λαϊκό κοινό, την υπόμνηση των καταβολών των σκηνικών συμβάσεων στο μπαρόκ, τα ποικίλα (αντιφατικά) ιδεολογικά συμφραζόμενα της εποχής του Διαφωτισμού, το ιστορικά τεκμηριωμένο μασονικό υπόβαθρο.

Ολ’ αυτά συντελούνται με μια σκηνοθετικά σύγχρονη, διακριτικά διαμεσολαβητική ματιά που υποστηρίζει θετικά, με τρυφερότητα και αγάπη, κάθε διάσταση του έργου, αποφεύγοντας τις συνήθεις, απομαγευτικές μεταμοντέρνες αποδομήσεις.

Το αποτέλεσμα αγγίζει εξίσου τα παιδιά και τους ενήλικες, τον απλοϊκό θεατή αλλά και τον ψαγμένο φιλόμουσο, δίχως να ξενίζει ή να ξεστρατίζει εκτός θέματος. Επιπλέον, είναι έξυπνα και πραγματιστικά προσαρμοσμένο στις περιορισμένες σκηνικές δυνατότητες του θεάτρου «Ολύμπια».

Το μονοτοπικό, επιτηδευμένα «χειροκίνητης» τεχνολογίας σκηνικό και τα θαυμάσια κοστούμια του Αυστριακού Μπρούνο Σβενγκλ, καθώς επίσης οι θεατρικοί φωτισμοί του Γκουίντο Πέτσολντ οπτικοποιούν αβίαστα τον αισθητικό, εικαστικό και ιδεολογικό τόπο του έργου και, ταυτόχρονα εξυπηρετούν τη δράση.

Ειδικά αυτή η παραγωγή σίγουρα θ’ άξιζε να ανασχεδιαστεί για τη μεγάλη σκηνή στη νέα στέγη της ΕΛΣ. Ζωντανή, ακριβής και καλοκουρδισμένη, η χορογραφία της δράσης διαθέτει αίσθηση του υψηλού και του ευγενούς αλλά και χιούμορ, που κλείνει το μάτι στο λαϊκό στοιχείο των προθέσεων του Σικανέντερ.

[expander_maker more=”Read more” less=”Read less”]

Ιδανικοί ήρωες

Μουσικά η παράσταση είχε την ευλογία της συμμετοχής του έμπειρου σε αυτή τη μουσική Γιώργου Πέτρου. Ο Ελληνας αρχιμουσικός άντλησε από την ορχήστρα και τη χορωδία της ΕΛΣ ένα στιλιστικά ενημερωμένο ακρόαμα, που διέθετε σφρίγος, ορμή, χορευτική κομψότητα και ελαφράδα, συναρπαστικές μεταπτώσεις, ρευστή μελωδία. Διευθύνοντας με αδιάλειπτη εγρήγορση ένα ενιαίας σύλληψης ακρόαμα, ενέταξε σ’ αυτό με ακρίβεια τους τραγουδιστές.

Η διπλή διανομή καλύφθηκε εξολοκλήρου από Ελληνες μονωδούς. Γνωρίζοντας πόσο δυσεπίλυτο σουντόκου συνιστά ειδικά στη σημερινή ΕΛΣ κάθε διανομή, θα ήταν ψέμα αν λέγαμε πως η Αʹ διανομή, που παρακολουθήσαμε, ήταν τέλεια και ότι κάποιοι ρόλοι δεν «φώναζαν» καταφανώς για διαφορετικές αναθέσεις. Αλλά, έστω και έτσι, όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, ανταποκρίθηκαν με αφειδώλευτη αφιέρωση και έδωσαν ένα καλό, γενικώς ομοιογενές, ισορροπημένο αποτέλεσμα.

Ο Αντώνης Κορωναίος υπήρξε ένας αξιοπρεπής, σκηνικά ευγενής Ταμίνο. Παρότι η Μαρία Μητσοπούλου κρατά ακόμη χωρίς εμφανή δυσκολία τον ρόλο της Παμίνας, ασφαλώς θα ενδιέφερε –και, κυρίως, θα ταίριαζε– να δοκιμαζόταν σ’ αυτόν επίσης η Μυρσίνη Μαργαρίτη αντί να αξιοποιηθεί απλώς ως (θαυμάσια) Παπαγκένα. Υγιέστατος φωνητικά, ο βαρύτονος Χάρης Αδριανός υπήρξε ένας εξαιρετικός, ταυτόχρονα καρατερίστικος και καλοτραγουδισμένος Παπαγκένο.

Ασυζητητί ευπρόσδεκτη ήταν η παραλαβή του ρόλου του Ζαράστρο από τον Δημήτρη Κασιούμη. Σκηνικά ισορροπημένο, αλλά φωνητικά άνισο ήταν το τρίο των Ακολούθων της Βασίλισσας της Νύχτας (Σουγλάκου, Ηλιοπούλου, Καθαρίου), φωνητικά και σκηνικά θαυμάσιο το τρίο των Τριών Αγοριών (Χαζιράκη, Μακρυνιώτη, Καστρινάκη), που ανέκαθεν στην ΕΛΣ ήσαν… κορίτσια, μιας και στη χώρα μας τα αγόρια τραγουδιστές είναι είδος άγνωστο.

Ο Χρήστος Κεχρής ενσάρκωσε και πάλι έναν ιδανικά γκροτέσκο, «ιθαγενή», διόλου «πολιτικά ορθό» Μονόστατο. Επί δύο δεκαετίες αχτύπητη Βασίλισσα της Νύχτας, η Βασιλική Καραγιάννη παρότι ακόμα «έχει» τον ρόλο, αρχίζει να δυσκολεύεται να συγκριθεί με τον άλλοτε απολύτως συναρπαστικό εαυτό της. Πολύ καλή έως αξιοπρεπής ήταν η απόδοση των βοηθητικών ρόλων.

Συνολικά η αναβίωση του «Μαγικού αυλού» στη σκηνοθεσία του Αρνό Μπερνάρ –σε λίγες εβδομάδες περιμένουμε τους μπελίνειους «Καπουλέτους και Μοντέκους» του!- εγκαινίασε με επιτυχία τη νέα καλλιτεχνική περίοδο. Πρόκειται για την τελευταία πλήρη καλλιτεχνική περίοδο στο ιστορικό θέατρο «Ολύμπια», αφού από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, η ΕΛΣ θα έχει ήδη μετακομίσει στο «Σταύρος Νιάρχος».

Ως υγιής, παραγωγικός κρατικός θεσμός, στην κρίσιμη αυτή φάση μετάβασης χρήζει ουσιαστικής, άνωθεν υποστήριξης. Ας επισημάνουμε ότι εδώ και μερικές εβδομάδες έχει λήξει η θητεία του ικανότατου Διοικητικού Συμβουλίου της που, σε αγαστή συνεργασία με τον καλλιτεχνικό διευθυντή, κράτησαν τον θεσμό σε ασφαλή ρότα στους δύσκολους καιρούς της κρίσης.

Γιάννης Σβώλος

[/expander_maker]
Source: www.efsyn.gr

28/10/2015