Critics’ Point – Κριτική για τη Μαντάμα Μπάτερφλαϊ
Παραδειγματικής άρθρωσης Γκόρο ο Χρήστος Κεχρής
Κ. Π. Λουκάκος Critics’ Point
Είναι περισσότερο από μια δεκαετία που αργά και σταθερά (δεν γνωρίζουμε αν και «μεθοδικά») ξηλώνεται η λόγια μουσική πτυχή του Φεστιβάλ Αθηνών, όπως, παρεμπιπτόντως, θα συνεχίσουμε να αποκαλούμε τον Θεσμό, αγνοώντας επίμονα ενδιάμεσες και τρέχουσες επωνυμίες υπό τις οποίες αυτό σταδιακά αλλοτριώνεται. Και δεν θα δαπανήσουμε χώρο για την τεκμηρίωση του καταστατικού ή εθιμικού χαρακτήρα του ως «διεθνούς». Διαθέτουμε ευτυχώς ιδία εμπειρία τού τι υπήρξε το Φεστιβάλ, από τότε που με τα κοντά παντελονάκια του ανήλικου διακινδυνεύαμε τη μόνη μεταμεσονύκτια αθηναϊκή μας περιπλάνηση ξεροσταλιάζοντας προ των εκδοτηρίων της στοάς επί της οδού Σταδίου 4. Αξημέρωτα, με αυτοσχέδια οργάνωση σειράς αριθμών προτεραιότητας, μέχρις ότου κατά τις 8 ανοίξει το Ταμείο, με γνωριμίες της αναμονής που γίνανε φιλίες χρόνων, με συνωμοτικά βλέμματα μεταξύ όσων αναγνωριζόμασταν ως «τακτικοί», αλλά δεν είχε τύχει να μιλήσουμε μεταξύ μας. Ήταν φυσικά τεράστια η πείνα ενός κοινού που διατηρούσε ακόμη τις όντως αστικές ή απλά μικροαστικές -όπως στην περίπτωσή μας- καταβολές μιας παιδείας, συχνά συγκινητικά αυτοφυούς στις πλέον «λαϊκές» συνθήκες. Αυτά φυσικά όταν δεν υπήρχε ακόμη το Μέγαρο Μουσικής που άλλαξε τη ζωή μας.
Αυτό το Φεστιβάλ, λοιπόν, υπήρξε διεθνές, de facto και με Δ κεφαλαίο. Με τη βούλα της πιστοποίησής του από τους επιφανείς μετακαλούμενους, ως πλαισίου παγκόσμιας και, εν τω μεταξύ, θρυλικής εμβέλειας. Κάποια στιγμή όμως μάς δηλώθηκε από Διευθυντή του, ευθαρσώς ου μην και θρασέως, ότι δευτερευόντως μόνον ήταν φεστιβάλ Μουσικής. Μια στρατηγική υποθέτουμε επιλογή που ολοκληρώνεται σιωπηρά και αδιατάρακτα από τους νυν κρατούντες του, αφού ουδέποτε σαιζόν της διοργάνωσης υπήρξε για τη Μουσική περισσότερο περιφερειακή και αδιάφορη από την τρέχουσα. Ένα «φεστιβάλ» λοιπόν περιορισμένο σε παρέλαση εγχώριων φορέων, τής -εν τέλει- αποκλειστικά αθηναϊκής καθημερινότητάς μας, και με εκκωφαντικό ρεκόρ ακύρωσης των ελάχιστων μετακλήσεών του.
Η συμμετοχή της ΕΛΣ αποτελούσε ανέκαθεν ενδιαφέρον εναρκτήριο λάκτισμα των εκδηλώσεων. Όχι πλέον, αφού, προϊόντως ενδεής ρεπερτορίου, η Λυρική έχει εξαντλήσει ακόμη και την παροιμιώδη Θεϊκή μακροθυμία έναντι της … πολυχρόνιας επανάληψης. Συνεπώς το πρόβλημα της εφετινής «Μαντάμ Μπατερφλάϋ» δεν αφορά στην οικεία από το 2013 παραγωγή του Αργεντινού σκηνοθέτη, σκηνογράφου και ενδυματολόγου Hugo De Ana, σε κάθε περίπτωση απόντος από την αναβίωση. Η δουλειά του εξακολουθεί να ανταποκρίνεται στο μνημειακό χώρο του Ηρωδείου, να επιβιώνει της άβολης σκηνής του, να φωτίζει με μέτρο (Vinicio Cheli) τους λίθινους όγκους της πρόσοψής του, να κρατά περιορισμένες και επιλεκτικές τις μη μουσικές Japonneries του θεάματος. Αν βέβαια ο ίδιος ο μαιτρ ήταν παρών, πιθανολογούμε ότι θα επέβαλλε στον Πίνκερτον τη στολή του υποπλοιάρχου, ώστε να κολακεύεται ο σκηνικά τραχύς τενόρος Δημήτρης Πακσόγλου. Φωνή με περιζήτητο όγκο για αστέγαστο χώρο, παρουσιάζει ωστόσο ορατούς περιορισμούς τεχνικής, με αδυναμία μεταπτώσεων δυναμικής από το αδιάπτωτο φόρτε σε τραγούδι πιο ευγενικό και απαλό. Κουρασμένη κατά την είσοδό της ακούσαμε, το τελευταίο βράδυ (7/06) του κύκλου των 5 παραστάσεων, και την επώνυμη πρωταγωνίστρια Celia Costea. Εξέλιξη φυσική κατά την άποψή μας για μια καλλιτέχνιδα στυλοβάτη του Θεάτρου, στην οποία οφείλεται επιτέλους ο απεγκλωβισμός από ρόλο 15χρονης (!) και η αρμοδίως εναγώνια νυχθημερόν αναζήτηση αναθέσεων που να ενισχύουν την καλλιτεχνική ωρίμανσή της προς ποικίλες, πιο ευφάνταστες ατραπούς!
Η παράσταση διακόπηκε λόγω βροχής, μεσούσης της επίσκεψης του Αμερικανού προξένου Σάρπλες στην casa Americana της εθελότυφλης Τσο Τσο Σαν. Τον ενσάρκωσε με σκηνική οικονομία και ευγένεια εκφοράς ο Ζακυνθινός βαρύτονος Διονύσιος Σούρμπης στην ωραιότερη καμπή της ανέλιξής του, που αναδεικνύει ενδυνάμωση εύηχης χαμηλής περιοχής. Εντυπωσιακή στην πληρότητα και την ποιότητα του ήχου της και η λιτή Σουζούκι της Μολδαβής μεσοφώνου Elena Kassian. Πειστικά οργίλος βουδιστής κληρικός ο Δημήτρης Κασιούμης, παραδειγματικής άρθρωσης Γκόρο ο Χρήστος Κεχρής, «κέντημα» εσωτερικής ενέργειας και διαφάνειας η πάντα ευαίσθητη έναντι της σκηνής διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού. Η κόπωση όμως παρέμεινε αισθητή, την κατανοούμε και την συμμεριζόμαστε…
Κυριάκος Π. Λουκάκος
Πηγή: www.critics-point.gr
12/09/2017